πλησίας — πλησίᾱς , πλήσιος near fem acc pl πλησίᾱς , πλήσιος near fem gen sg (attic doric aeolic) πλησίᾱς , πλησίος fem acc pl πλησίᾱς , πλησίος fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλησιάσας — πλησιά̱σᾱς , πλησιάζω bring near fut part act fem acc pl (doric) πλησιά̱σᾱς , πλησιάζω bring near fut part act fem gen sg (doric) πλησιάσᾱς , πλησιάζω bring near aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλησίαι — πλησίᾱͅ , πλήσιος near fem dat sg (attic doric aeolic) πλησίος fem nom/voc pl πλησίᾱͅ , πλησίος fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλησίαν — πλησίᾱν , πλήσιος near fem acc sg (attic doric aeolic) πλησίᾱν , πλησίος fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλησιάσαι — πλησιά̱σᾱͅ , πλησιάζω bring near fut part act fem dat sg (doric) πλησιάζω bring near aor inf act πλησιάσαῑ , πλησιάζω bring near aor opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πόθος — I Προσωποποίηση του πόθου στην αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή θρησκεία. Ήταν γιος του Ζέφυρου και της Ίριδας ή του Έρωτα και της Αφροδίτης. Εικονιζόταν με τη μορφή αμούστακου νέου. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βερολίνου υπάρχει υδρία που βρέθηκε στο … Dictionary of Greek